Κατά τον Αριστοτέλη, ο Σοφοκλής μιλώντας για τον εαυτό
του, έλεγε πως δίνει τους ανθρώπους τέτοιους, που θα έπρεπε να είναι,
ενώ ο Ευριπίδης τους παρουσίαζε τέτοιους που είναι στην πραγματικότητα.
Δηλαδή το έργο του Σοφοκλή διαπνεόταν από ιδεαλισμό, ενώ του Ευριπίδη
από ρεαλισμό. Κατεβάζοντας την ποίηση από τους
ουρανούς στη γη, την έφερε όλο και πιο κοντά στον άνθρωπο. Στους
«Βατράχους» ο Ευριπίδης φιλονικούσε με τον Αισχύλο λέγοντας: Κ’ έπειτα
ακόμα κι απ’ τους πρώτους στίχους δεν άφησα κανένα χωρίς δράση, μα κι η
γυναίκα είχε το λόγο της, κι ο σκλάβος όχι λιγότερο κι ο αφέντης κ’ η
κοπέλα ακόμη κ’ η γριά. Υπογραμμίζονται δηλαδή οι ρεαλιστικές και
ανθρωπιστικές του αρχές. Παράλληλα, αφαιρούσε
από τους ήρωές του τον ηρωικό φωτοστέφανο, κάνοντάς τους έτσι να μη
διαφέρουν πολύ από τους συνηθισμένους ανθρώπους. Τον ενδιέφερε μόνο να
δώσει κάτι το αληθοφανές που να ανταποκρίνεται στην καθημερινή ζωή και
να κατεβάσει το κοινό στη σφαίρα της πρακτικής και της ανθρώπινης ζωής,
προβάλλοντας τους ανθρώπους της ζωής με τα ατομικά τους ελαττώματα, τα
προτερήματα και τα ενδιαφέροντα.
ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
Η Ορθόδοξη Θεολογία έχει τη σταθερή συνείδηση ότι είναι επιστήμη της Εκκλησίας, την οποία δεν την εκλαμβάνει με ιεροκρατικό τρόπο, ότι δηλαδή αποτελείται μόνον απ΄τους κληρικούς, αλλά και από τους λαϊκούς (ποιμένες και ποίμνιο).Η διαμόρφωση της Θεολογίας ως επιστήμης είναι καρπός μακράς εξέλιξης, η οποία αρχίζει από την αποστολική εποχή, κατά την οποία μπορεί να θεωρηθούν ότι αυθεντικά θεολόγησαν οι απόστολοι Ιωάννης και Παύλος, οι οποίοι παρέδωσαν και πάμπολλους θεολογικούς όρους.